λιμναγενής

λιμναγενής
λιμναγενής, -ές (Α)
αυτός που γεννήθηκε στην τοποθεσία Λίμναι τής Αθήνας, κοντά στην Ακρόπολη, όπου βρισκόταν το Λήναιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Λίμναι + -γενής (< γένος), πρβλ. Διο-γενής, θεο-γενής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • λιμναγενῆ — λιμναγενής born at neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) λιμναγενής born at masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) λιμναγενής born at masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λιμναγενές — λιμναγενής born at masc/fem voc sg λιμναγενής born at neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Дионис — (др. греч. Διόνυσος) …   Википедия

  • Вакх — Дионис Дионис Бог вина и веселья Мифология: Древнегреческая В иных культурах: Бахус Отец: Зевс Мать: смертная женщина Семела …   Википедия

  • Иакх — Дионис Дионис Бог вина и веселья Мифология: Древнегреческая В иных культурах: Бахус Отец: Зевс Мать: смертная женщина Семела …   Википедия

  • γένος — Όρος που χρησιμοποιείται στη ζωολογία και στη βοτανική για να προσδιορίσει τη συστηματική ταξινόμηση, ενώ στη γλωσσολογία αναφέρεται στη μορφολογική κατηγοριοποίηση των ονομάτων (ουσιαστικών, επιθέτων, αντωνυμιών, άρθρων, μετοχών) σε αρσενικά,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”